Καυτερός στα εσθονικά

Μετάφραση: καυτερός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
palav, põletamine, põletamise, põlemise, põletustunne, põletamist
Καυτερός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καυτερός

καυτερός χαλάνδρι, τραχανάς καυτερός, καυτερός σουβλάκι χαλάνδρι, καυτερός αγιος στεφανος, καυτερός λεξικό γλώσσας εσθονικά, καυτερός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • καυστήρας στα εσθονικά - põleti, põletiga, kirjutaja, põletisse
  • καυστικός στα εσθονικά - lirva, kaustiline, tort, söövitav, libu, salvav, kirglik, ...
  • καυτηριάζω στα εσθονικά - söövitama, sear, Kuihduttaa, Kärventää, Paaduttaa, päästikuga
  • καυτός στα εσθονικά - tuline, kuum, värske, kuuma, hot, sooja, soe
Τυχαίες λέξεις
Καυτερός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: palav, põletamine, põletamise, põlemise, põletustunne, põletamist