Κοφτά στα εσθονικά
Μετάφραση: κοφτά, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
järsult, äkiliselt, teravalt, napisõnaliselt, tõredalt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοφτά
κοφτά κουρτινάκια, κοφτά τραπεζομάντηλα, ορθά κοφτά, κοφτά μαγιό, κοφτά κεντήματα, κοφτά λεξικό γλώσσας εσθονικά, κοφτά στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κουφός στα εσθονικά - kurt, vaegkuuljatele, kurtide, kurtidele, kurdid
- κοφίνι στα εσθονικά - korv, ostukorvi, ostukorvist, korvi, ostukorv
- κοφτερός στα εσθονικά - täpselt, lõikav, terav, järsk, teravaid, teravad, teravate
- κοφτός στα εσθονικά - äkiline, järsk, staccato, Pinge tõustes lisatakse hüppelisele
Τυχαίες λέξεις
Κοφτά στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: järsult, äkiliselt, teravalt, napisõnaliselt, tõredalt
Μεταφράσεις: järsult, äkiliselt, teravalt, napisõnaliselt, tõredalt