Κοφτά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κοφτά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bruscamente, abruptamente, secamente, curtly, Brevemente, laconicamente
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοφτά
κοφτά κουρτινάκια, κοφτά τραπεζομάντηλα, ορθά κοφτά, κοφτά μαγιό, κοφτά κεντήματα, κοφτά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κοφτά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κουφός στα πορτογαλικά - mortal, surdo, surdos, surda, deficientes auditivos, surdas
- κοφίνι στα πορτογαλικά - cesta, cesto, carrinho, cesta de, Comprar
- κοφτερός στα πορτογαλικά - astuto, abrupto, inesperado, penetrante, vivo, animado, agudo, ...
- κοφτός στα πορτογαλικά - repentino, brusco, súbito, escarpado, íngreme, chocante, abrupto, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοφτά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bruscamente, abruptamente, secamente, curtly, Brevemente, laconicamente
Μεταφράσεις: bruscamente, abruptamente, secamente, curtly, Brevemente, laconicamente