Κρεμάω στα εσθονικά
Μετάφραση: κρεμάω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
langemine, volt, lõtvuma, koor, koore, kreemi, kreem, cream
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρεμάω
κρεμάω τα παπούτσια, κρεμάω στα αγγλικα, κρεμάω κουδούνια, κρεμώ συνώνυμα, κρεμάω λεξικό γλώσσας εσθονικά, κρεμάω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κρεμάλα στα εσθονικά - tapalava, telling, võllas, traallookade, puusse, võllast, võlla
- κρεμάστρα στα εσθονικά - kronstein, riidepuu, kortik, eralennukite, hanger, riputi
- κρεμιέμαι στα εσθονικά - tilbendama, kõlkuma, koor, koore, kreemi, kreem, cream
- κρεμμύδι στα εσθονικά - sibul, sibula, sibulaga, sibulat
Τυχαίες λέξεις
Κρεμάω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: langemine, volt, lõtvuma, koor, koore, kreemi, kreem, cream
Μεταφράσεις: langemine, volt, lõtvuma, koor, koore, kreemi, kreem, cream