Μόνος στα εσθονικά

Μετάφραση: μόνος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
imelik, ebavõrdne, vallaline, üksainus, kummaline, juhuslik, üksik, ühtne, ühekordne, ühe, ühtse
Μόνος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόνος

μονός αριθμός τριαντάφυλλων, μονός δισκοβραχίονας, μονός κόμπος γραβάτας, μονός διακορευτής, μονός αριθμός, μόνος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μόνος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μοντέρνος στα εσθονικά - kaasaegne, tänapäeva, kaasaegse, kaasaegsete, kaasaegsed, kaasaegseid
  • μονόκλινος στα εσθονικά - üksainus, vallaline, üksik, ühtne, ühekordne, ühe, ühtse
  • μονότονος στα εσθονικά - igapäevane, proosaline, monotoonne, üksluise, monotoonsete, monotoonse, monotoonset
  • μορφάζω στα εσθονικά - grimass, irve, tehke grimasse, grimassi, Irvistely
Τυχαίες λέξεις
Μόνος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: imelik, ebavõrdne, vallaline, üksainus, kummaline, juhuslik, üksik, ühtne, ühekordne, ühe, ühtse