Μόνος στα λιθουανικά
Μετάφραση: μόνος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vienas, vieno, vienintelis, bendras, nevedęs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόνος
μονός αριθμός τριαντάφυλλων, μονός δισκοβραχίονας, μονός κόμπος γραβάτας, μονός διακορευτής, μονός αριθμός, μόνος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μόνος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μοντέρνος στα λιθουανικά - modernus, moderni, šiuolaikinės, šiuolaikinė, modernios
- μονόκλινος στα λιθουανικά - vienas, vieno, vienintelis, bendras, nevedęs
- μονότονος στα λιθουανικά - monotoniškas, monotoniška, monotoniški, monotonišką, vienodas
- μορφάζω στα λιθουανικά - kraipytis, grimasa, vaipytis, Grymas, Grimase
Τυχαίες λέξεις
Μόνος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vienas, vieno, vienintelis, bendras, nevedęs
Μεταφράσεις: vienas, vieno, vienintelis, bendras, nevedęs