Νομιμότητα στα εσθονικά
Μετάφραση: νομιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õigusjärgsus, seaduslikkus, seaduslikkuse, õiguspärasuse, seaduslikkust, õiguspärasust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομιμότητα
νομιμότητα και νομιμοποίηση, νομιμότητα συνώνυμα, νομιμότητα διοικητικής πράξης, νομιμότητα της διοίκησης, νομιμότητα καταλήψεων, νομιμότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, νομιμότητα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- νοικοκύρης στα εσθονικά - maaomanik, üürileandja, kodune, koduperenaine, oli kodune, koduhoidja
- νομίζω στα εσθονικά - mõtlema, arvate, arvan
- νομισματικός στα εσθονικά - rahaline, raha-, mitterahaline, rahapoliitika, rahaliidu
- νομισματοκοπείο στα εσθονικά - münt, piparmünt, mint, rahapaja, piparmündi
Τυχαίες λέξεις
Νομιμότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: õigusjärgsus, seaduslikkus, seaduslikkuse, õiguspärasuse, seaduslikkust, õiguspärasust
Μεταφράσεις: õigusjärgsus, seaduslikkus, seaduslikkuse, õiguspärasuse, seaduslikkust, õiguspärasust