Νομιμότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: νομιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
prawowitość, prawomocność, legalizm, słuszność, zasadność, legalność, prawność, legalności, zgodność z prawem, zgodności z prawem, zbadał legalność
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομιμότητα
νομιμότητα και νομιμοποίηση, νομιμότητα συνώνυμα, νομιμότητα διοικητικής πράξης, νομιμότητα της διοίκησης, νομιμότητα καταλήψεων, νομιμότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, νομιμότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- νοικοκύρης στα πολωνικά - obszarnik, ziemianin, gospodarz, właściciel, domowa, gospodyni domowa, domową, ...
- νομίζω στα πολωνικά - mniemać, zastanawiać, sądzić, myśleć, pomyśleć, uważać, myślę
- νομισματικός στα πολωνικά - pieniężny, walutowy, monetarny, pieniężnej, pieniężna
- νομισματοκοπείο στα πολωνικά - bić, miętowy, mięta, macierzanka, mennica, mennicy, mięty
Τυχαίες λέξεις
Νομιμότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: prawowitość, prawomocność, legalizm, słuszność, zasadność, legalność, prawność, legalności, zgodność z prawem, zgodności z prawem, zbadał legalność
Μεταφράσεις: prawowitość, prawomocność, legalizm, słuszność, zasadność, legalność, prawność, legalności, zgodność z prawem, zgodności z prawem, zbadał legalność