Ντομάτα στα εσθονικά
Μετάφραση: ντομάτα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tomat, tomati, tomatite, tomatikastmes, tomatiga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντομάτα
ντομάτα θερμίδες, ντοματα φρουτο ή λαχανικο, ντομάτα καρδιά βουβαλιού, ντομάτα δέντρο, ντομάτα μακεδονία, ντομάτα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ντομάτα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ντιβάνι στα εσθονικά - sõnastama, pink, kruntvärv, kušett, Divan, Diivan, diivanikatteks, ...
- ντοκιμαντέρ στα εσθονικά - dokumentaalfilm, dokumentaalfilmid, dokumentaalfilme, dokumentaal-, dokumentaalfilmi, dokumentaal
- ντοπάρω στα εσθονικά - doping, jobu, Idioot, dope
- ντουέτο στα εσθονικά - duett, paar, dueti, duetiga, duet
Τυχαίες λέξεις
Ντομάτα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tomat, tomati, tomatite, tomatikastmes, tomatiga
Μεταφράσεις: tomat, tomati, tomatite, tomatikastmes, tomatiga