Ντομάτα στα ουκρανικά

Μετάφραση: ντομάτα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
помідор, помідорів, томат, томатний
Ντομάτα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντομάτα

ντομάτα θερμίδες, ντοματα φρουτο ή λαχανικο, ντομάτα καρδιά βουβαλιού, ντομάτα δέντρο, ντομάτα μακεδονία, ντομάτα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ντομάτα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ντιβάνι στα ουκρανικά - прилягти, схилити, викладати, лежати, лігвище, диван
  • ντοκιμαντέρ στα ουκρανικά - документальний, документальні фільми
  • ντοπάρω στα ουκρανικά - наркотик, одурманювати, допінг
  • ντουέτο στα ουκρανικά - дует
Τυχαίες λέξεις
Ντομάτα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: помідор, помідорів, томат, томатний