Πυροβόλησα στα εσθονικά
Μετάφραση: πυροβόλησα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lask, löök, kuul, tulistama, tulistada, pildistada, tulista, shoot
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυροβόλησα
πυροβόλησα λεξικό γλώσσας εσθονικά, πυροβόλησα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πυροβολισμός στα εσθονικά - tulistamine, kuul, lask, laskmine, löök, shot, tulistas, ...
- πυροβολώ στα εσθονικά - tulistama, löök, filmima, kuul, põletama, tulekahju, lask, ...
- πυροδότηση στα εσθονικά - süttimine, tulistamine, süütamise, põletamise, tulistada, tulistamise
- πυροσβέστης στα εσθονικά - kütja, tuletõrjuja, pea tuletõrjuja, firefighter, komplekti tuletõrjuja
Τυχαίες λέξεις
Πυροβόλησα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lask, löök, kuul, tulistama, tulistada, pildistada, tulista, shoot
Μεταφράσεις: lask, löök, kuul, tulistama, tulistada, pildistada, tulista, shoot