Σεργιανίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: σεργιανίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jalutustee, promenaad, pardaliist, tantsupidu, jalutama, jalutuskäigu, jalutuskäiku, jalutuskäik, jalutada
Σεργιανίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σεργιανίζω

σεργιανίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, σεργιανίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σεπτός στα εσθονικά - kõrgeauline, auväärne, auväärse, auväärses, auväärsed, auväärsele
  • σερβάντα στα εσθονικά - puhvetkapp, servanta
  • σεφ στα εσθονικά - peakokk, kokk, koka, chef, peakoka
  • σηκός στα εσθονικά - süvend, vahetund, naiivne, alkoov, alkooviga, alkoovis, alcove, ...
Τυχαίες λέξεις
Σεργιανίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: jalutustee, promenaad, pardaliist, tantsupidu, jalutama, jalutuskäigu, jalutuskäiku, jalutuskäik, jalutada