Χωνεύω στα εσθονικά

Μετάφραση: χωνεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kokkuvõte, seedima, proov lagundamisel, tehisseedemenetluse, tuhastamise saadust, digest
Χωνεύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χωνεύω

χωνεύω αγγλικα, χωνεύω συνωνυμα, χωνεύω ετυμολογια, χωνεύω αρχαια, χωνεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, χωνεύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • χωμένος στα εσθονικά - telgsurvejõud, põtkima, pistma, rammed, rammis, rammitud
  • χωνί στα εσθονικά - lehter, veduri, lehtri, jaotuslehtrisse, lehtrit, lehtrisse
  • χωράφι στα εσθονικά - välja, põld, eemale, väli, valdkonnas, valdkonna, alal, ...
  • χωρίζω στα εσθονικά - eraldi, lahkuma, jagama, eralduma, osa, jaotama, eri, ...
Τυχαίες λέξεις
Χωνεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kokkuvõte, seedima, proov lagundamisel, tehisseedemenetluse, tuhastamise saadust, digest