Αμνησία στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμνησία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
minnistap, minnisleysi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμνησία
αμνησία bar, αμνησία ταινία, αμνησία τρύπες, αμνησία συνώνυμα, αμνησία τρύπες στίχοι, αμνησία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμνησία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμμόλοφος στα ισλανδικά - Dune, Sandalda
- αμμώδης στα ισλανδικά - Sandy, sendinn, sendin, sand, sendinn og
- αμνηστία στα ισλανδικά - Amnesty, sakaruppgjöf
- αμοιβάδα στα ισλανδικά - Amoeba
Τυχαίες λέξεις
Αμνησία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: minnistap, minnisleysi
Μεταφράσεις: minnistap, minnisleysi