Ανασχηματισμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: ανασχηματισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
endurbót, endurbæta, stokka
Ανασχηματισμός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανασχηματισμός

ανασχηματισμός κύπρος, ανασχηματισμός 2013, ανασχηματισμός 2014, ανασχηματισμός στην κύπρο, ανασχηματισμός απρίλιος 2014, ανασχηματισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανασχηματισμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανασυγκρότηση στα ισλανδικά - viðreisn, endurreisn, enduruppbyggingu, uppbyggingu, endurbygging, uppbyggingarstarf
  • ανασφαλής στα ισλανδικά - óörugg, ótraustur, óöryggi, óöruggt, óöruggur
  • ανατέλλω στα ισλανδικά - hækka, anatello
  • αναταραχή στα ισλανδικά - læti, ólgu, ólga, órói, óróa, óróleika
Τυχαίες λέξεις
Ανασχηματισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: endurbót, endurbæta, stokka