Αυθεντικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: αυθεντικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ekta, jafngildir, ósvikin, fullgiltur, áreiðanlegur
Αυθεντικός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθεντικός

αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός άνθρωπος, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυθεντικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυθαίρετος στα ισλανδικά - handahófskennt, handahófi, handahófskennda, geðþótta, handahófskenndar
  • αυθεντία στα ισλανδικά - heimild, yfirvald, vald, stjórnvald, yfirvaldið
  • αυθορμητισμός στα ισλανδικά - sjálfvirkni
  • αυθόρμητος στα ισλανδικά - óbeðin
Τυχαίες λέξεις
Αυθεντικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ekta, jafngildir, ósvikin, fullgiltur, áreiðanlegur