Αυθεντικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: αυθεντικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tikras, autentiškas, autentiški, yra autentiški, yra autentiškas, autentišką
Αυθεντικός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθεντικός

αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός άνθρωπος, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αυθεντικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αυθαίρετος στα λιθουανικά - savavališkas, savavališkai, savavališkos, savavališka, savavališki
  • αυθεντία στα λιθουανικά - autoritetas, valdžia, svoris, institucija, institucijos, institucijai
  • αυθορμητισμός στα λιθουανικά - spontaniškumas, spontaniškumą, spontaniškumo, spontaniškus
  • αυθόρμητος στα λιθουανικά - Spontaniškai, Įtaiga, Ne Įtaiga, Negali pasiūlyti
Τυχαίες λέξεις
Αυθεντικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tikras, autentiškas, autentiški, yra autentiški, yra autentiškas, autentišką