Αυθεντικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: αυθεντικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ekte, autentisk, autentiske
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθεντικός
αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός άνθρωπος, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αυθεντικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αυθαίρετος στα νορβηγικά - vilkårlig, arbitrær, vilkårlige, at arbitrær, kjøring av arbitrær
- αυθεντία στα νορβηγικά - kontor, myndighet, autorisasjon, byrå, autoritet, fullmakt, myndigheten
- αυθορμητισμός στα νορβηγικά - spontanitet, spontaneity, spontaniteten, spontant, spontane
- αυθόρμητος στα νορβηγικά - spontan, unprompted, popundervinduer, uhjulpen, eget initiativ, uoppfordret
Τυχαίες λέξεις
Αυθεντικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: ekte, autentisk, autentiske
Μεταφράσεις: ekte, autentisk, autentiske