Αυστηρά στα ισλανδικά
Μετάφραση: αυστηρά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stranglega, strangt, nákvæmlega, eingöngu, einu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυστηρά
αυστηρά για mcs, αυστηρά μέτρα κατά της διαδικτυακής πειρατείας, αυστηρά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυστηρά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αυξάνω στα ισλανδικά - hvessa, auki, hækkun, auking, vaxa, að vaxa, vaxið, ...
- αυξομειώνω στα ισλανδικά - sveiflast, sveiflukenndur, sveiflast upp, sveiflist, bara breytist
- αυστηρός στα ισλανδικά - tilfinnanlegur, harður, alvarleg, alvarlega, alvarlegt, alvarlegri, alvarlegar
- αυστηρότητα στα ισλανδικά - harka, strictness
Τυχαίες λέξεις
Αυστηρά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stranglega, strangt, nákvæmlega, eingöngu, einu
Μεταφράσεις: stranglega, strangt, nákvæmlega, eingöngu, einu