Βαμβακερός στα ισλανδικά
Μετάφραση: βαμβακερός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
baðmull, í bómull
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαμβακερός
σπάγγος βαμβακερός, αντώνης βαμβακερός, σπάγκος βαμβακερός, βαμβακερός καμβάς, υπνόσακος βαμβακερός, βαμβακερός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βαμβακερός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βαμβάκι στα ισλανδικά - baðmull, bómull, bómull og, bómullar
- βαμβακερό στα ισλανδικά - baðmull, bómull, bómull og, bómullar
- βανίλια στα ισλανδικά - vanillu, Vanilla, vanilluís, vanillujurt, vanilludropar
- βανδαλισμός στα ισλανδικά - skemmdarverk, skemmdarverka, fyrir skemmdarverk, skemmdarverkum
Τυχαίες λέξεις
Βαμβακερός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: baðmull, í bómull
Μεταφράσεις: baðmull, í bómull