Γένεση στα ισλανδικά
Μετάφραση: γένεση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tilurð, Fyrsta bók Móse, Mósebók, upphafið, Genesis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένεση
γένεση εξέλιξη, γένεση γέννηση, γένεση τησ τραγωδίασ, γένεση της κύπρου, γένεση παλαιά διαθήκη, γένεση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γένεση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γέλια στα ισλανδικά - hlátur, hlær, hlær við
- γέμισμα στα ισλανδικά - argur, skerast, kross, fylling, troða
- γένι στα ισλανδικά - skegg, skeggið, Beard, skegg af, skeggi
- γένια στα ισλανδικά - stubble, hálmleggja
Τυχαίες λέξεις
Γένεση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tilurð, Fyrsta bók Móse, Mósebók, upphafið, Genesis
Μεταφράσεις: tilurð, Fyrsta bók Móse, Mósebók, upphafið, Genesis