Γένεση στα τούρκικα
Μετάφραση: γένεση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğuş, oluşum, genesis, doğuşu, oluşumu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένεση
γένεση εξέλιξη, γένεση γέννηση, γένεση τησ τραγωδίασ, γένεση της κύπρου, γένεση παλαιά διαθήκη, γένεση λεξικό γλώσσας τούρκικα, γένεση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γέλια στα τούρκικα - gülüyor, Gülüşmeler, güler, laughs, kahkahalar
- γέμισμα στα τούρκικα - doldurma, çarmıh, çaprazlamak, haç, dolma, salmastra, doldurmalar
- γένι στα τούρκικα - sakal, Beard, Sakalı, sakallı, sakalın
- γένια στα τούρκικα - anız, anıza, stubble, anız bozma
Τυχαίες λέξεις
Γένεση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: doğuş, oluşum, genesis, doğuşu, oluşumu
Μεταφράσεις: doğuş, oluşum, genesis, doğuşu, oluşumu