Γένεση στα ουκρανικά
Μετάφραση: γένεση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
походження, поставання, генезис, виникнення, генезу, генеза, ґенезу, націєтворення
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένεση
γένεση εξέλιξη, γένεση γέννηση, γένεση τησ τραγωδίασ, γένεση της κύπρου, γένεση παλαιά διαθήκη, γένεση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γένεση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γέλια στα ουκρανικά - сміється
- γέμισμα στα ουκρανικά - хрест, переходити, перетнути, пломба, фарш, християнство, заповнення, ...
- γένι στα ουκρανικά - борода, борідка
- γένια στα ουκρανικά - щетина, жнива, стерня, щетину
Τυχαίες λέξεις
Γένεση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: походження, поставання, генезис, виникнення, генезу, генеза, ґенезу, націєтворення
Μεταφράσεις: походження, поставання, генезис, виникнення, генезу, генеза, ґенезу, націєтворення