Γλωσσολόγος στα ισλανδικά
Μετάφραση: γλωσσολόγος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
linguist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλωσσολόγος
ζητείται γλωσσολόγος, γλωσσολόγος υπολογιστικής μετάφρασης, χαραλαμπάκης γλωσσολόγος, ελβετός γλωσσολόγος, νάκας γλωσσολόγος, γλωσσολόγος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γλωσσολόγος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γλωσσικός στα ισλανδικά - tungumála, tungumálum, tungumálaaðstoð, tungumálareynsla, tungumálakunnáttu
- γλωσσολογία στα ισλανδικά - málvísindi, málvísinda, of málvísindi, Linguistics
- γλωσσομαθής στα ισλανδικά - linguist
- γλόμπος στα ισλανδικά - heim, Globe, allan heim, hnötturinn, hnöttur
Τυχαίες λέξεις
Γλωσσολόγος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: linguist
Μεταφράσεις: linguist