Δημοσίευμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: δημοσίευμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
birting, birtingu, útgáfu, útgáfa, rit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δημοσίευμα
δημοσίευμα financial times, δημοσίευμα τησ sun για τον βαγγέλη μαρινάκη, δημοσίευμα bild, δημοσίευμα ft, δημοσίευμα των financial times, δημοσίευμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δημοσίευμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δημοκρατία στα ισλανδικά - lýðveldi, lýðræði, lýðræðið, lýðræðis, lýðræðisríki, að lýðræði
- δημοκρατικός στα ισλανδικά - lýðræðislegt, lýðræðisleg, lýðræðislegri, lýðræðislega, lýðræðislegum
- δημοσίευση στα ισλανδικά - birting, birtingu, útgáfu, útgáfa, rit
- δημοσιεύω στα ισλανδικά - birta, gefa út, út, birtir, að birta
Τυχαίες λέξεις
Δημοσίευμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: birting, birtingu, útgáfu, útgáfa, rit
Μεταφράσεις: birting, birtingu, útgáfu, útgáfa, rit