Διαιτολόγιο στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαιτολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mataræði, fæði, megrunarkúr, fæðu, með mataræði
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαιτολόγιο
διαιτολόγιο θηλασμού, διαιτολόγιο εφήβων, διαιτολογιο για εφήβους, διαιτολόγιο 1200 θερμίδων, διαιτολόγιο nasa, διαιτολόγιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαιτολόγιο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαιτητής στα ισλανδικά - dómarinn, dómari, dómaranum, dómarinn til, dómaranum þegar
- διαιτητεύω στα ισλανδικά - útkljáð, greitt úr
- διακανονισμός στα ισλανδικά - fyrirkomulag, uppgjör, byggð, uppgjöri, sátt
- διακεκριμένος στα ισλανδικά - áberandi
Τυχαίες λέξεις
Διαιτολόγιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mataræði, fæði, megrunarkúr, fæðu, með mataræði
Μεταφράσεις: mataræði, fæði, megrunarkúr, fæðu, með mataræði