Εμπειρογνώμων στα ισλανδικά
Μετάφραση: εμπειρογνώμων, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ráðunautur, sérfræðingur, sérfræðinga, Sérfræðingurinn, Expert, sérfræðingi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπειρογνώμων
εμπειρογνώμων λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εμπειρογνώμων στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εμπειρία στα ισλανδικά - reynsla, reynd, reynslu, upplifun, reynsla er, reynslan
- εμπειρογνώμονας στα ισλανδικά - ráðunautur, sérfræðingur, sérfræðinga, Sérfræðingurinn, Expert, sérfræðingi
- εμπιστευτικός στα ισλανδικά - trúnaðarmál, trúnaðarupplýsingar, trúnaði, leyndum, trúnaðarupplýsingar sem
- εμπιστεύομαι στα ισλανδικά - traust, Trust, treysta, trausti, Treystu
Τυχαίες λέξεις
Εμπειρογνώμων στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ráðunautur, sérfræðingur, sérfræðinga, Sérfræðingurinn, Expert, sérfræðingi
Μεταφράσεις: ráðunautur, sérfræðingur, sérfræðinga, Sérfræðingurinn, Expert, sérfræðingi