Επουλώνομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: επουλώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
græða, gróa, ör
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επουλώνομαι
επουλώνομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επουλώνομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επονομάζω στα ισλανδικά - gælunafn, gælunafnið
- εποπτεύω στα ισλανδικά - yfirumsjón, eftirlit með, hafa eftirlit, hafa eftirlit með, hafa yfirumsjón
- επουλώνω στα ισλανδικά - gróa, græða, lækna, læknað, að lækna
- επουράνιος στα ισλανδικά - himneska, himneskur, himneski, himnesk, himnesku
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: græða, gróa, ör
Μεταφράσεις: græða, gróa, ör