Ικανοποιημένος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ικανοποιημένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ánægður, efni, innihald, Google, efnið, efnis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικανοποιημένος
ικανοποιημένοσ συνώνυμα, ικανοποιημένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ικανοποιημένος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ικανοποίηση στα ισλανδικά - fylli, ánægju, Ánægja, fullnæging
- ικανοποιημένο στα ισλανδικά - ánægður, ánægð, sáttur, fullnægt, ánægðir
- ικανοποιητικά στα ισλανδικά - fullnægjandi, með fullnægjandi, fullnægjandi hátt, á fullnægjandi hátt, á fullnægjandi
- ικανοποιώ στα ισλανδικά - fullnægja, gratify, seðja, að fullnægja
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποιημένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ánægður, efni, innihald, Google, efnið, efnis
Μεταφράσεις: ánægður, efni, innihald, Google, efnið, efnis