Ισοδύναμος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ισοδύναμος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jafngildir, jafngildi, reiknuð, samsvarar, sem jafngildir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισοδύναμος
ισοδύναμος αγγλικά, ισοδύναμος κάτοικος, ισοδύναμος πληθυσμός είναι, ισοδύναμοσ πληθυσμόσ, ισοδύναμος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ισοδύναμος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ισημερινός στα ισλανδικά - Miðbaugur, Miðbaugurinn
- ισιώνω στα ισλανδικά - rétta, lag, í lag, koma í lag, að rétta
- ισοζύγιο στα ισλανδικά - jafnvægi, Staða, jöfnuður, staðan, afkoma
- ισοπεδώνω στα ισλανδικά - fletja, að fletja, fletjast, Lag, flatt
Τυχαίες λέξεις
Ισοδύναμος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: jafngildir, jafngildi, reiknuð, samsvarar, sem jafngildir
Μεταφράσεις: jafngildir, jafngildi, reiknuð, samsvarar, sem jafngildir