Καθησυχάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: καθησυχάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tranquilize
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθησυχάζω
καθησυχάζω english, καθησυχάζω αγγλικα, καθησυχάζω στα αγγλικά, καθησυχάζω συνώνυμο, καθησυχάζω μετάφραση, καθησυχάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καθησυχάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- καθηγητής στα ισλανδικά - kennari, prófessor, prófessorinn, Professor, prófessor í
- καθημερινός στα ισλανδικά - daglega, daglegur, dag, á dag, sólarhring, á sólarhring
- καθησύχαση στα ισλανδικά - fullvissu, hughreysting, hughreystingu
- καθιερώνω στα ισλανδικά - stofnsetja, canonize
Τυχαίες λέξεις
Καθησυχάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tranquilize
Μεταφράσεις: tranquilize