Κεφάλι στα ισλανδικά
Μετάφραση: κεφάλι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
höfuð, haus, yfirmaður, forstöðumaður, höfuðið, höfði
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφάλι
κεφάλι βελουχιώτη, κεφάλι άρη βελουχιώτη, κεφάλι ώμοι γόνατα και πόδια στίχοι, κεφάλι γιαγκούλα, κεφάλι ώμοι γόνατα και πόδια, κεφάλι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κεφάλι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κεσάτι στα ισλανδικά - kesati
- κεφάλαιο στα ισλανδικά - höfuðborg, fjármagn, fjármagns, fjármagni, fé
- κεφάτος στα ισλανδικά - glaður, gleðilegra, kátur, í góðu skapi, Merry, góðu skapi
- κεφαλαιοποίηση στα ισλανδικά - fjármögnun, hástafir, hástöfum, hástafi, hástafanotkun
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: höfuð, haus, yfirmaður, forstöðumaður, höfuðið, höfði
Μεταφράσεις: höfuð, haus, yfirmaður, forstöðumaður, höfuðið, höfði