Κρανίο στα ισλανδικά
Μετάφραση: κρανίο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skull, höfuðkúpu, hauskúpa, höfuðkúpa, hauskúpu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρανίο
κρανίο ετυμολογία, κρανίο ανατομία, κρανίο πετραλώνων, κρανίο 3d, κρανίο σκύλου, κρανίο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κρανίο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κραδαίνω στα ισλανδικά - sveifla
- κραδασμός στα ισλανδικά - áfall, titringur, titring, titringi, titrings
- κρασί στα ισλανδικά - vín, vínið, víni, léttvín
- κρατήρας στα ισλανδικά - eldgjá, gígur, Gígurinn, gígur um, gígnum, er gígur
Τυχαίες λέξεις
Κρανίο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skull, höfuðkúpu, hauskúpa, höfuðkúpa, hauskúpu
Μεταφράσεις: skull, höfuðkúpu, hauskúpa, höfuðkúpa, hauskúpu