Κρανίο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κρανίο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
чэрап, череп
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρανίο
κρανίο ετυμολογία, κρανίο ανατομία, κρανίο πετραλώνων, κρανίο 3d, κρανίο σκύλου, κρανίο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κρανίο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κραδαίνω στα λευκορωσικά - размахваць, махаць, зноў размахваць, размахваючы, у паветры
- κραδασμός στα λευκορωσικά - вібрацыя, вібрацыі
- κρασί στα λευκορωσικά - бiно, віно, віна
- κρατήρας στα λευκορωσικά - кратэр, кратар, кратэрам
Τυχαίες λέξεις
Κρανίο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: чэрап, череп
Μεταφράσεις: чэрап, череп