Μειονέκτημα στα ισλανδικά
Μετάφραση: μειονέκτημα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ókostur, Ókosturinn, gallar, óhagræði, galli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειονέκτημα
μειονέκτημα συνώνυμο, μειονέκτημα english, μειονέκτημα τησ χρηματοδοτικήσ μίσθωσησ είναι, μειονέκτημα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μειονέκτημα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μεθόριος στα ισλανδικά - brydda, jaðar, landamæri, Frontier, landamæraviðskipti, við landamæri, landamæravi
- μεθύστακας στα ισλανδικά - Rummy
- μειοψηφία στα ισλανδικά - minnihluti, minnihluta, minnihlutinn, minnihlutahópur, minnihlutahópa
- μειώνομαι στα ισλανδικά - falla, dropi, missa, hjaðna, minnka, undanhaldi, minnkandi, ...
Τυχαίες λέξεις
Μειονέκτημα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ókostur, Ókosturinn, gallar, óhagræði, galli
Μεταφράσεις: ókostur, Ókosturinn, gallar, óhagræði, galli