Μειονέκτημα στα ιταλικά

Μετάφραση: μειονέκτημα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inconveniente, pregiudizio, svantaggio, svantaggi, di svantaggio, svantaggiate
Μειονέκτημα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μειονέκτημα

μειονέκτημα συνώνυμο, μειονέκτημα english, μειονέκτημα τησ χρηματοδοτικήσ μίσθωσησ είναι, μειονέκτημα λεξικό γλώσσας ιταλικά, μειονέκτημα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μεθόριος στα ιταλικά - margine, limitrofo, lembo, bordo, orlo, frontiera, confine, ...
  • μεθύστακας στα ιταλικά - ubriacone, ramino, rummy, a ramino, di ramino, del ramino
  • μειοψηφία στα ιταλικά - minoranza, minorità, di minoranza, minoritaria, minoranze, terzi
  • μειώνομαι στα ιταλικά - scemare, diminuire, abbattere, stilla, goccia, gocciola, rimpicciolire, ...
Τυχαίες λέξεις
Μειονέκτημα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: inconveniente, pregiudizio, svantaggio, svantaggi, di svantaggio, svantaggiate