Μειονέκτημα στα ουγγρικά
Μετάφραση: μειονέκτημα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
érdemtelenség, hiba, hátrány, hátránya, hátrányt, hátrányos helyzetbe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειονέκτημα
μειονέκτημα συνώνυμο, μειονέκτημα english, μειονέκτημα τησ χρηματοδοτικήσ μίσθωσησ είναι, μειονέκτημα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μειονέκτημα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μεθόριος στα ουγγρικά - határ, határ menti, határparitáson, felderítő, határon
- μεθύστακας στα ουγγρικά - römi, Rummy, römit, Vörösorrú, furcsa
- μειοψηφία στα ουγγρικά - kisebbség, kiskorúság, kisebbségi, a kisebbségi, kisebbséghez, kisebbségek
- μειώνομαι στα ουγγρικά - apadás, hullámosságmentes, fogy, hullamossag, hanyatlóban
Τυχαίες λέξεις
Μειονέκτημα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: érdemtelenség, hiba, hátrány, hátránya, hátrányt, hátrányos helyzetbe
Μεταφράσεις: érdemtelenség, hiba, hátrány, hátránya, hátrányt, hátrányos helyzetbe