Μεταρρυθμίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: μεταρρυθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
endurbót, endurbæta, metarrythmizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταρρυθμίζω
μεταρρυθμίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μεταρρυθμίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μεταξύ στα ισλανδικά - milli, á milli, frá
- μεταπείθω στα ισλανδικά - dissuasion
- μεταρρύθμιση στα ισλανδικά - endurbæta, endurbót, umbætur, umbótum, landareigna, umbætur í, umbætur á
- μεταρσίωση στα ισλανδικά - metarsiosi
Τυχαίες λέξεις
Μεταρρυθμίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: endurbót, endurbæta, metarrythmizo
Μεταφράσεις: endurbót, endurbæta, metarrythmizo