Μούρο στα ισλανδικά

Μετάφραση: μούρο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ber, Berry, berjum, Berjasaft
Μούρο στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μούρο

αγιόκλημα μούρο, μούρο caralluma, μούρο acai, πορφυρό μούρο, μούρο goji, μούρο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μούρο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μούμια στα ισλανδικά - múmía, mamma, mömmu, að mamma, Mummy
  • μούρη στα ισλανδικά - snout, trýni
  • μούσι στα ισλανδικά - skegg, goatee
  • μούστος στα ισλανδικά - verða, mega, verður, verður að, skal, skulu
Τυχαίες λέξεις
Μούρο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ber, Berry, berjum, Berjasaft