Μούρο στα λιθουανικά
Μετάφραση: μούρο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uoga, uogauti, uogų, uogos, berry
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μούρο
αγιόκλημα μούρο, μούρο caralluma, μούρο acai, πορφυρό μούρο, μούρο goji, μούρο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μούρο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μούμια στα λιθουανικά - mumija, mummy, mama, ir Mumija, motutė
- μούρη στα λιθουανικά - snukis, nosis, šnipo, knyslė, Gasidło
- μούσι στα λιθουανικά - barzda, su ūsais ir barzda, ūsais ir barzda, ir barzda
- μούστος στα λιθουανικά - turėti, turi, privalo, turi būti, misos, misa
Τυχαίες λέξεις
Μούρο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: uoga, uogauti, uogų, uogos, berry
Μεταφράσεις: uoga, uogauti, uogų, uogos, berry