Μούρο στα ολλανδικά
Μετάφραση: μούρο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bes, bessen, berry, de Bes, bes van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μούρο
αγιόκλημα μούρο, μούρο caralluma, μούρο acai, πορφυρό μούρο, μούρο goji, μούρο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μούρο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μούμια στα ολλανδικά - mummie, mama, brij, Mummy, mamma
- μούρη στα ολλανδικά - kan, snuit, snout, sluit snuit, snuit van, de snuit
- μούσι στα ολλανδικά - baard, sik, sikje, goatee, Sik Lichaamshaar, Sik van
- μούστος στα ολλανδικά - zullen, behoren, dienen, moeten, horen, moet, dient, ...
Τυχαίες λέξεις
Μούρο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bes, bessen, berry, de Bes, bes van
Μεταφράσεις: bes, bessen, berry, de Bes, bes van