Ξαπλώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ξαπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
leggja, setja, lygi, liggja, ljúga, liggur, leggjast
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξαπλώνω
ξαπλώνω κομμάτια, ξαπλώνω στον καναπέ και αναλογίζομαι την ζωή μου, ξαπλώνω ονειροκρίτης, ξαπλώνω στα αγγλικά, ξαπλώνω αγγλικα, ξαπλώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξαπλώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ξανασυμβαίνω στα ισλανδικά - xanasymvaino
- ξανθός στα ισλανδικά - lýsa, ljós, fagur, bleikur, fölur, bjartur, birta, ...
- ξαφνιάζω στα ισλανδικά - óvart, á óvart, koma á óvart, undra, að undra
- ξαφνικά στα ισλανδικά - skyndilega, allt í einu, einu, í einu, skyndilega að
Τυχαίες λέξεις
Ξαπλώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: leggja, setja, lygi, liggja, ljúga, liggur, leggjast
Μεταφράσεις: leggja, setja, lygi, liggja, ljúga, liggur, leggjast