Ξαπλώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ξαπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estender, configuração, advogado, deitar, acamar, mentira, mentir, mentiras, lie, encontram
Ξαπλώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξαπλώνω

ξαπλώνω κομμάτια, ξαπλώνω στον καναπέ και αναλογίζομαι την ζωή μου, ξαπλώνω ονειροκρίτης, ξαπλώνω στα αγγλικά, ξαπλώνω αγγλικα, ξαπλώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ξαπλώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ξανασυμβαίνω στα πορτογαλικά - xanasymvaino
  • ξανθός στα πορτογαλικά - desfalecer, fraco, amarelejar, bazar, loiro, justo, luz, ...
  • ξαφνιάζω στα πορτογαλικά - surpresa, de surpresa, surpreender, espanto
  • ξαφνικά στα πορτογαλικά - subitamente, repentino, de repente, repentinamente, repente
Τυχαίες λέξεις
Ξαπλώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: estender, configuração, advogado, deitar, acamar, mentira, mentir, mentiras, lie, encontram