Οικολογία στα ισλανδικά

Μετάφραση: οικολογία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vistfræði, Ecology, lífríki, vistkerfi, vistkerfa
Οικολογία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικολογία

οικολογία γ λυκείου, οικολογία αλληλεγγύη αμθ, οικολογία και περιβάλλον, οικολογία αλληλεγγύη, οικολογία έκθεση γ λυκείου, οικολογία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οικολογία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • οικοδομώ στα ισλανδικά - byggja, byggja upp, að byggja, að byggja upp, byggt
  • οικοδόμος στα ισλανδικά - byggingameistari, byggir, Builder, byggingaraðili
  • οικολογικός στα ισλανδικά - vistfræðilegar, vistfræðileg, vistfræðilegt, vistfræðilega, vistvæn
  • οικολόγος στα ισλανδικά - Ecologist
Τυχαίες λέξεις
Οικολογία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vistfræði, Ecology, lífríki, vistkerfi, vistkerfa