Παρών στα ισλανδικά

Μετάφραση: παρών, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gjöf, viðstaddur, staðar, til staðar, núverandi, nú, hendi
Παρών στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρών

παρών ή παρόν, παρών καιρός, παρών επί τησ αρχήσ, παρών παρούσα, παρών σε ψηφοφορία, παρών λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παρών στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • παρόμοιος στα ισλανδικά - svipaður, svipað, svipuð, svipað og, svipaðar, líkur
  • παρόρμηση στα ισλανδικά - högg, manni dettur í hug, högg að, manni dettur, atlag
  • πασπάλισμα στα ισλανδικά - powdering
  • πασπαλίζω στα ισλανδικά - duft, stökkva, Stráið, Sprinkle
Τυχαίες λέξεις
Παρών στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gjöf, viðstaddur, staðar, til staðar, núverandi, nú, hendi