Παρών στα λιθουανικά
Μετάφραση: παρών, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dovana, dabartinis, dabartis, pateikti, metu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρών
παρών ή παρόν, παρών καιρός, παρών επί τησ αρχήσ, παρών παρούσα, παρών σε ψηφοφορία, παρών λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παρών στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παρόμοιος στα λιθουανικά - panašus, panašių, panašūs, panašios, panaši
- παρόρμηση στα λιθουανικά - vertimas, impulsas, impulsą, impulso, impulsų
- πασπάλισμα στα λιθουανικά - susmulkinimą į miltelius
- πασπαλίζω στα λιθουανικά - parakas, milteliai, pudra, pabarstyti, aptikšti, krapčioti, aplašinti, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρών στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dovana, dabartinis, dabartis, pateikti, metu
Μεταφράσεις: dovana, dabartinis, dabartis, pateikti, metu