Παρών στα ουκρανικά

Μετάφραση: παρών, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
наявність, нині, даний час, цей час, теперішній час, Наразі
Παρών στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρών

παρών ή παρόν, παρών καιρός, παρών επί τησ αρχήσ, παρών παρούσα, παρών σε ψηφοφορία, παρών λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παρών στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • παρόμοιος στα ουκρανικά - двійник, подібний, однорідний, схожий, однаковий, аналогічний
  • παρόρμηση στα ουκρανικά - спонука, примус, змушування, спонукати, імпульс, імпульсу, поштовх
  • πασπάλισμα στα ουκρανικά - бризкати, лейка, присипки, присипка
  • πασπαλίζω στα ουκρανικά - злиденний, бризкати, лейка, посипати, притрусити
Τυχαίες λέξεις
Παρών στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: наявність, нині, даний час, цей час, теперішній час, Наразі