Σιχαίνομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: σιχαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bjóða við, orðin leið, orðin leið á, býður við, er orðin leið
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σιχαίνομαι
σιχαίνομαι αγγλικα, σιχαίνομαι το ψεμα, σιχαίνομαι τον εαυτο μου, σιχαίνομαι την πεθερά μου, σιχαίνομαι τα ψεματα, σιχαίνομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σιχαίνομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σιδηρόδρομος στα ισλανδικά - járnbraut, járnbrautar
- σιτίζω στα ισλανδικά - fóðra, ala, Fed, fóðraðir, seðlabankinn, borða, Bankinn
- σιωπή στα ισλανδικά - þögn, þögnin, hljóðstyrkur, hljóðstyrkur í, þögnin er
- σιωπηλός στα ισλανδικά - hljóðlaus, þegjandi, hljóður, þögul, Silent, Án hljóðs, þegja
Τυχαίες λέξεις
Σιχαίνομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bjóða við, orðin leið, orðin leið á, býður við, er orðin leið
Μεταφράσεις: bjóða við, orðin leið, orðin leið á, býður við, er orðin leið