Σιχαίνομαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: σιχαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verafschuwen, verfoeien, haten, hekel, een hekel, loathe, verafschuw
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σιχαίνομαι
σιχαίνομαι αγγλικα, σιχαίνομαι το ψεμα, σιχαίνομαι τον εαυτο μου, σιχαίνομαι την πεθερά μου, σιχαίνομαι τα ψεματα, σιχαίνομαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σιχαίνομαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σιδηρόδρομος στα ολλανδικά - spoorweg, spoor, Railroad, spoorlijn, spoorweg van
- σιτίζω στα ολλανδικά - voeding, nuttigen, vreten, voer, bikken, gebruiken, eten, ...
- σιωπή στα ολλανδικά - rustigheid, stilte, bedaren, kalmeren, stillen, kalmte, rust, ...
- σιωπηλός στα ολλανδικά - rustig, stom, kalm, stil, geluidloos, stilzwijgend, stilte, ...
Τυχαίες λέξεις
Σιχαίνομαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verafschuwen, verfoeien, haten, hekel, een hekel, loathe, verafschuw
Μεταφράσεις: verafschuwen, verfoeien, haten, hekel, een hekel, loathe, verafschuw