Στοιχειώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: στοιχειώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ásækja, öldur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιχειώνω
στοιχειώνω συνώνυμο, στοιχειώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στοιχειώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στοιχείο στα ισλανδικά - þáttur, frumefni, þátturinn, liður, þáttur í
- στοιχειώδης στα ισλανδικά - grunnskólum, grunn, ELEMENTARY, grunnskóla
- στοιχηματίζω στα ισλανδικά - veðmál, veðmálið, veðja, Boð, að veðja
- στολή στα ισλανδικά - samræmdu, samræmda, samræmt, samræmd, samhljóða
Τυχαίες λέξεις
Στοιχειώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ásækja, öldur
Μεταφράσεις: ásækja, öldur